Θάψιμο ή Κάψιμο;

Εδώ σας θέλω! Μακάβριο θέμα, συγνώμη, αλλά είναι επίκαιρο: “Να με θάψουν ή να με κάψουν;” Αυτό είναι το καυτό ερώτημα που βασανίζει τον τελευταίο καιρό τους Ορθόδοξους Έλληνες, και ιδιαίτερα άτομα της τρίτης ηλικίας και τους κοντινούς ή μακρινούς συγγενείς τους. Για τους τελευταίους το θέμα είναι και οικονομικό. Το κάψιμο θα στοιχίζει, λέει, 2000€ (πού θα πάνε αυτά δεν το κατάλαβα…) ενώ το θάψιμο στοιχίζει 5000€. Αν τώρα θέλει κανείς να φτιάξει και μαρμάρινο τάφο, να υπολογίζει άλλα τόσα περίπου. Μ’ άλλα λόγια είναι χοντρά τα λεφτά για το θάψιμο. Κι εκεί που πάει ο φτωχός να καταλήξει στο κάψιμο και ν’ ανακουφιστεί, μπαίνουν οι παπάδες στη μέση και τον απειλούν με μη-ανάσταση! Σου λένε, μόνο όσοι θαφτούν θ’ αναστηθούν μια ημέρα των ημερών! Και σ’ αυτό είναι σίγουροι, σα να σε βλέπω και με βλέπεις. Το μόνο που δεν καταδέχονται να διευκρινίσουν είναι πώς το αποσυντεθειμένο εις τα εξ ων συνετέθη πτώμα θα χρησιμέψει ως πρώτη ύλη για το αναστημένο “σώμα” που, απ’ ό,τι λένε, δεν θα είναι υλικό σώμα σαν αυτό που έχουμε, αλλά κάτι αλλιώτικο. Αυτά όμως είναι λεπτομέρειες που αν και δεν έχουν αποσαφηνιστεί στα 2000 χρόνια του Χριστιανισμού, δε βιαζόμαστε, αφού η πολυαναμενόμενη από τους Χριστιανούς ανάσταση των σωμάτων θ’ αργήσει πολύ…

Πάντως, σε κάθε περίπτωση, με το άκουσμα του ενδεχόμενου της μη σίγουρης ανάστασης ο καλός Ορθόδοξος Χριστιανός κάνει πίσω σιγοψιθυρίζοντας: “Ας με θάψουν καλύτερα παρά να με κάψουν, ώστε να είμαι κι εγώ μέσα στην Ανάσταση…” Κι εκεί που ο άνθρωπος πάει να ηρεμήσει και να καταλήξει στην πατροπαράδοτη ταφή, μη λογαριάζοντας το κόστος του θαψίματος, έρχονται οι θιασώτες του καψίματος να του σπείρουν αμφιβολίες ως προς την ανάσταση ακόμη κι εκείνων που τα σώματά τους θα θαφτούν! Σου λένε, έτσι κι αλλιώς, στις μεγάλες πόλεις που υπάρχει πτωματοσυρροή, σε τρία χρόνια ξεθάβουν τους θαμμένους και ορθόδοξα διαβασμένους μακαρίτες και μακαρίτισσες, ρίχνουν τα οστά τους στο χωνευτήρι μαζί με τα κατάλληλα χημικά και τα κάνουν λιώμα. Και εύλογα αναρωτιούνται οι οπαδοί του καψίματος: “Άραγε όλοι οι ορθόδοξα θαμμένοι και μετά τρία χρόνια με χημικά λιωμένοι θ’ αποκλειστούν της μελλοντικής (ευσεβείς πόθοι…) ανάστασης νεκρών;” Εδώ κλονίζεται η πρώτη απόφαση του ανθρώπου κι επανέρχεται αμείλικτο το δίλημμα: “Αν τελικά η ανάσταση δεν εξασφαλίζεται ούτε με το θάψιμο ούτε με το κάψιμο, ας με κάψουν για να μην ταλαιπωρούνται οι συγγενείς μου με το να μου φτιάχνουν τάφο, να μου ανάβουν το καντήλι, και να λαδώνουν κάθε τόσο κάποιον παπά για να διαβάσει τρισάγιο στον τόπο ταφής.”

Στη συνέχεια, όμως, βγαίνει κάποιος παπάς σε τηλεοπτικό παράθυρο και επισείει άλλη απειλή στους Ορθόδοξους που θα επιλέξουν το κάψιμο αντί για θάψιμο. “Προσέξτε καλά”, τους λέει, “γιατί θα πάτε αδιάβαστοι!” “Βρε καλέ μου, βρε χρυσέ μου”, του απαντά ο δημοσιογράφος, “για βάλε λίγο νερό στο κρασί σου. Υπάρχουν καλοί Χριστιανοί που θέλουν να διαβαστούν κανονικά με ολόκληρη την Ορθόδοξη νεκρώσιμη ακολουθία, και μετά να καούν.” “Όχι”, λέει ο παπάς, “αυτό δεν γίνεται!” “Γατί βρε παππούλη; Δεν είναι κρίμα κι άδικο να μη διαβάζει η Εκκλησία μια ευχή για την ανάπαυση της ψυχής του νεκρού;” Αλλά ο παπάς δεν συγκινείται από τέτοια. “Όποιος διάλεξε να παραβλέψει τους ιερούς κανόνες της Εκκλησίας, έθεσε εαυτόν εκτός της θείας χάριτος.” “Καλά, στις Ορθόδοξες εκκλησίες του εξωτερικού, οι ιερείς διαβάζουν ολόκληρη τη νεκρώσιμη ακολουθία ακόμη και σ’ αυτούς που επιλέγουν το κάψιμο. Δηλαδή εκείνοι είναι λιγότερο Ορθόδοξοι;”, διαμαρτύρεται ο δημοσιογράφος. “Δε γνωρίζω τι κάνουν έξω, πάντως εδώ είναι Ελλάδα και δεν γίνονται αυτά.”

Στην επίμονη διαμαρτυρία του δημοσιογράφου, ο παπάς αρχίζει ν’ αραδιάζει στίχους από τη νεκρώσιμη ακολουθία. «Xους ει και εις χουν απελεύσει…», είναι ο προσφιλέστερος στίχος που οι ρασοφόροι χρησιμοποιούν εναντίον των υπέρμαχων της καύσης των νεκρών. Και καλά εκείνοι που μπαίνουν σε κενοτάφια, που είναι πολύ της μόδας τις τελευταίες δεκαετίες ιδίως στη επαρχία, γιατί διαβάζονται κανονικά από την Εκκλησία; Αυτοί απελαύνονται σε θάλαμο από μπετόν κι όχι στο χώμα. Λοιπόν; Γιατί τάχατες οι ιερείς δεν το καταδικάζουν και αυτό; Σου λένε και το άλλο, ότι “το σώμα είναι ναός του Αγίου Πνεύματος”, και δεν πρέπει να κακοποιείται με την καύση. Άααλλο αστείο επιχείρημα κι αυτό. Μα το πνεύμα, δε βρίσκεται πια στο πτώμα, έχει φύγει. Γι’ αυτό λέμε κι ότι ο/η τάδε “εξέπνευσε”. Άρα έχουμε να κάνουμε μ’ ένα άψυχο κουφάρι, άδειο κέλυφος, που αν δεν καεί θα μετατραπεί σε σκουλήκια. Αυτό δεν είναι κακοποίηση; Τα ερωτήματα βέβαια είναι ρητορικά διότι “ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος…” Όταν ο θρησκευτικός φανατισμός έχει εκτοπίσει τη λογική, ο άνθρωπος απλά παραλογίζεται.

Το ιλαροτραγικό, όμως, είναι ότι ενώ οι ευσεβείς Ορθόδοξοι ιερείς προσεύχονται να διαλυθεί το σώμα του νεκρού εις τα εξ ων συνετέθη, έχουν στήσει ανά την Επικράτεια, με ιδιαίτερη προτίμηση στα νησιά του Ιονίου, δεκάδες σκελετούς υποτιθέμενων αγίων που δεν έλιωσαν! Μάλιστα, το μη λιώσιμο κάποιου νεκρού, πρώην μοναχού, π.χ., θεωρείται από την Εκκλησία τεκμήριο αγιότητας και εκτίθεται για προσκύνημα διότι τάχα κάνει θαύματα! Παρόλ’ αυτά, για το λαό το να μη λιώσει κάποιος θεωρείται δυσοίωνο γεγονός. Θα έχετε ακούσει φαντάζομαι μια αποτρόπαια κατάρα που συνηθίζεται στον τόπο μας μεταξύ των απερίτμητων στη γλώσσα που λέει: “Να πεθάνει και να μη λιώσει!”, ο τάδε ή ο δείνα που τους έφταιξε. Είναι απορίας άξιον, λοιπόν, γιατί κάτω από την Αγία Τράπεζα όλων των ναών φυλάσσονται οστά υποτιθέμενων, συνήθως ανώνυμων, ‘αγίων’ που δεν έλιωσαν. Πάει πουθενά το μυαλό σας; Ποιοι άλλοι χρειάζονται οστά και κρανία για να κάνουν τις μυσταγωγικές τελετές τους; Ελάτε τώρα! Κάτι θα έχετε ακούσει στις ειδήσεις. Κάτι το μυστηριώδες συμβαίνει λοιπόν με τα οστά γενικώς· κάποιο μυστικό κρύβουν για να είναι τόσο περιζήτητα… Όχι βέβαια πως η Ορθόδοξη λατρεία έχει καμία σχέση με τη μαγεία. Όοοοχι! Απλά αλχημιστές είναι οι ιερωμένοι, που ισχυρίζονται ότι έχουν την εξουσία να μετουσιώνουν το ψωμί και το κρασί σε σώμα κι αίμα του Χριστού, δηλαδή του Θεού κατά το δόγμα της “Αγίας Τριάδος”. Και γι’ αυτή τη μετουσίωση, φαίνεται πως χρειάζονται οστά κάτω από την Αγία Τράπεζα!!!

Για να επανέλθω στη νεκρώσιμη ακολουθία, την οποία οι υποτιθέμενοι εκπρόσωποι του Θεού της αγάπης αρνούνται σε όσους επιλέγουν ν’ αποτεφρωθούν, παραθέτω ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από τα όσα διαβάζονται στην Εκκλησία: «Ναι, Κύριε ο Θεός ημών, νικησάτω σου το άμετρον έλεος, και η φιλανθρωπία η ανείκαστος· και είτε υπό κατάραν πατρός ή μητρός, είτε τω ιδίω αναθέματι υπέπεσεν ο δούλος σου ούτος, είτε τινά των ιερωμένων παρεπίκρανε, και παρ’ αυτού δεσμόν άλυτον εδέξατο, είτε υπό Αρχιερέως βαρυτάτω αφορισμώ περιέπεσε, και αμελεία και ραθυμία χρησάμενος, ουκ έτυχε συγχωρήσεως, συγχώρησον αυτώ δι’ εμού του αμαρτωλού και αναξίου δούλου σου· και το μεν σώμα αυτού εις τα εξ ων συνετέθη διάλυσον, την δε ψυχήν αυτού εν σκηναίς Αγίων κατάταξον.»

Λοιπόν, έχω να κάνω μια πρόταση στους τον κώνωπα διυλίζοντας και την κάμηλο καταπίνοντας ιερείς: στις περιπτώσεις νεκρώσιμης ακολουθίας για κάποιον που επέλεξε την αποτέφρωση, να προσθέσουν κι αυτό στη λίστα των προς συγχώρηση αμαρτημάτων και ν’ αφαιρέσουν το «διάλυσον εις τα εξ ων συνετέθη» αφού σκανδαλίζονται. Έτσι, και οι συγγενείς του νεκρού θα παρηγορηθούν ότι ο άνθρωπός τους δεν πήγε αδιάβαστος και οι ιερείς θα μας αποδείξουν ότι η αγάπη μέσα τους υπερισχύει του θρησκευτικού φανατισμού και της προσκόλλησης στο γράμμα του εκκλησιαστικού νόμου. Διότι δεν πρέπει να ξεχνάνε ότι το μεν γράμμα σκοτώνει το δε πνεύμα της αγάπης ζωοποιεί.

Αυτά ως προς την μεταχείριση του σώματος-πτώματος. Τώρα το τι προτιμά η ψυχή αμέσως μετά την αποχώρησή της από το σώμα, ποια μεταχείριση του πρώην χωμάτινου κελύφους της κάνει κρύο ή ζέστη, μ’ άλλα λόγια αν νιώθει καλύτερα με το θάψιμο ή με το κάψιμο, είναι ένα μεταφυσικό ερώτημα που κανείς δεν μπορεί ν’ απαντήσει μετά βεβαιότητας. Ίσως, παρατηρώντας από “ψηλά” το σώμα της να καίγεται να νιώθει κάποιο σοκ. Ίσως, παρατηρώντας το θαμμένο σώμα της ατόφιο, να τελεί υπό σύγχυση για το αν είναι ζωντανή/ος ή όχι, και σε κάποιες περιπτώσεις να προσπαθεί να ξαναμπεί σ’ αυτό (zombie). Αυτά τα ερωτήματα βέβαια είναι για όσους πιστεύουν στην επιβίωση της ψυχής μετά το ξεψύχισμα, έστω για κάποιο διάστημα μέχρι τον αποκαλούμενο δεύτερο θάνατο.

Tags: Χωρίς κατηγορία