Την εποχή εκείνη, γύρω στο 1500 π. Χ., που ο Μωυσής συμπεριέλαβε στο Λευιτικό (ένα τα βιβλία της Πεντατεύχου, δηλαδή του Torah) την απαγόρευση αυτή, οι Ισραηλίτες μιμούνταν τις δεισιδαιμονίες των γύρω ειδωλολατρικών λαών, κάνοντας εντομές στο σώμα τους και εγχαράσσοντας στικτά σχέδια πάνω στο δέρμα τους. Πίστευαν ότι έτσι θα κατευνάζονταν οι καταχθόνιοι “θεοί’ – πνεύματα του κάτω κόσμου – και θα μεταχειρίζονταν ευνοϊκά τους αποθανόντες συγγενείς.
Η ιστορία των τατουάζ πηγαίνει πολύ πίσω, πάνω από 5000 χρόνια πριν, και είχε τόσες ποικιλίες όσο και οι λαοί που τα εφάρμοζαν. Η Αγγλική λέξη για το τατουάζ, ‘tattoo’, έχει δύο ρίζες: την Πολυνησιακή λέξη ‘ta’ που σημαίνει το να χτυπάς κάτι, και την Ταϊτιανή λέξη ‘tatau’, που σημαίνει να κάνεις σημάδι σε κάτι. (πηγή)
Το 1948, ένας Ρώσος ανθρωπολόγος και αρχαιολόγος, ο Sergei Ivanovich Rudenko, κατά τη διάρκεια ανασκαφών των τάφων τύπου «Κούργκαν», στα όρη Αλτάι της νοτιοδυτικής Σιβηρίας, ανακάλυψε εντυπωσιακές μούμιες με δερματοστιξία (τατουάζ). Οι μούμιες υπολογίστηκε ότι ήταν περίπου 2400 ετών. Τα τατουάζ που έφεραν στο δέρμα τους αντιπροσώπευαν μια ποικιλία ζώων.(Πηγή) Οι κέρβεροι και τα τέρατα πιστεύονταν πως είχαν μια μαγική βαρύτητα, ενώ άλλα σχέδια ήταν διακοσμητικά.
Στην Αίγυπτο, εξάλλου, υπάρχουν αρχαιολογικά ευρήματα που αποδεικνύουν ότι η πρακτική του τατουάζ εφαρμοζόταν μεταξύ του 4000 και του 2000 π. Χ. Γενικώς έχει αποδειχτεί ότι όλοι οι πρωτόγονοι λαοί χρησιμοποιούσαν κάποιο τρόπο για να σημαδεύουν τα σώματά τους (τατουάζ, εντομές, ή απλό ζωγράφισμα). Δείτε εδώ.
Τατουάζ για λόγους υγείας είναι πολύ διαδεδομένο στην Ανατολή και στο Νότιο Ειρηνικό. Οι Θιβετιανοί έμαθαν την τέχνη του τατουάζ από τους νότιους γείτονές τους, τους Shan . Οι κάτοικοι του Θιβέτ γρήγορα αποφάσισαν ότι εφαρμόζοντας τατουάζ με ένα ιερό “μάντρα” – σύντομα στιχάκια ή και μεμονωμένες λέξεις που χρησιμοποιούνται στο διαλογισμό – σε κινούμενο μέρος του σώματος ήταν ισοδύναμο με τροχούς μάντρα, που επέφεραν το ίδιο αποτέλεσμα, όπως η επανάληψη του μάντρα για την ίδια χρονική διάρκεια. Δηλαδή το τατουάζ ήταν ένα είδος μάντρα εν κινήσει. Οι Θιβετιανοί πίστευαν ότι αυτό βοηθούσε τον φέροντα το τατουάζ να πετύχει εσωτερική γαλήνη και αρμονία. Οι ίδιοι επίσης έκαναν τατουάζ σε συγκεκριμένα σημεία βελονισμού, προσθέτοντας στις χρωστικές ουσίες και θεραπευτικά βότανα, για να έχουν συγκεκριμένα ιατρικά αποτελέσματα.
Οι γυναίκες Ainu, τελευταίας γηγενούς φυλής της Ιαπωνίας, κάνουν τατουάζ για να προσελκύσουν την εμφάνιση της θεάς τους, ούτως ώστε τα κακά δαιμόνια να τις εκλάβουν κατά λάθος ως την ίδια τη θεά και ν’ απομακρυνθούν. Τατουάζ για καλή τύχη είναι πολύ διαδεδομένο σε όλους τους λαούς και πολιτισμούς. Μόνο τα σύμβολα μπορεί ν’ αλλάξουν.
Οι πρωτόγονοι λαοί συχνά έκαναν τατουάζ πριν από μια τρομερή δοκιμασία ή μια επικίνδυνη επιχείρηση. Στην αρχαία Βιρμανία (Burma), ένας επίδοξος κλέφτης, που σχεδίαζε να ληστέψει μια παγόδα, πρώτα έκανε ένα μαγικό τατουάζ για να τον προστατέψει κατά τη διάρκεια της επιχείρησης. Κατά τη διαδικασία του τατουάζ ο επίδοξος ληστής έπρεπε να επαναλαμβάνει τη μαγική επίκληση. Από τη Νότιο Αμερική μέχρι το Νότιο Ειρηνικό, οι πρωτόγονοι συνδύαζαν τα τατουάζ τους με τελετουργικά. Οι κάτοικοι της Χαβάης είναι διαπρεπείς ανάμεσα σε λαούς που λατρεύουν ειδικούς θεούς του τατουάζ. Κάθε εφαρμογή τατουάζ αρχίζει με προσευχή ώστε η δερματοστιξία να μην προκαλέσει θάνατο και οι πληγές να θεραπευτούν σύντομα. Πολλοί μοντέρνοι Αμερικανοί εφαρμοστές τατουάζ λένε: «Όταν θα έλθει η ώρα σου για να κάνεις τατουάζ, ο θεός του τατουάζ θα σου το πει…»